ΕΥ-ΠΟ, ΛΥ-ΠΟ: Ένα καπλάνι αλλιώτικο από τα άλλα

Το Καπλάνι της βιτρίνας είναι το πρώτο έργο της Άλκης Ζέη. Δημοσιεύεται το 1963. Αναφέρεται στην εποχή της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου του 1936 και μπορεί να χαρακτηριστεί ως πρωτοπόρο, καθώς παρουσιάζονται πολιτικές και κοινωνικές καταστάσεις που σπανίως συναντούσαμε, μέχρι εκείνη την εποχή, σε έργα της λογοτεχνίας για παιδιά. Αξίζει να σημειωθεί πως, σύμφωνα με την ίδια τη συγγραφέα, γράφοντας το συγκεκριμένο βιβλίο δεν είχε πρόθεση να απευθυνθεί σε παιδιά, ένα γεγονός που προσδίδει στο Καπλάνι της βιτρίνας έναν υψηλότερο βαθμό ρεαλισμού.

Το καπλάνι, δηλαδή το ομοίωμα μίας τίγρης, που περιγράφεται στο βιβλίο υπάρχει στην πραγματικότητα. Σήμερα βρίσκεται στο Παλαιοντολογικό Μουσείο στους Μυτιληνιούς της Σάμου. Ολόκληρο το βιβλίο περιέχει στοιχεία από τη ζωή της συγγραφέως, αναμνήσεις από τα παιδικά της χρόνια.[1] Τα αυτοβιογραφικά αυτά στοιχεία συνδέονται με ιστορικά στοιχεία της εποχής του Μεσοπολέμου. Αυτός ο εμπλουτισμός των ιστορικών γεγονότων με βιωματικά στοιχεία προσδίδουν στο κείμενο ζωντάνια και καθιστούν τη γραφή πιο άμεση.

Η ιστορία ξετυλίγεται γύρω από δύο αδερφές: την οκτάχρονη Μέλια και τη δεκάχρονη Μυρτώ. Τα δύο κορίτσια παραθερίζουν το καλοκαίρι του 1936 στο Λαμαγάρι, ένα παραθαλάσσιο χωρίο, ενώ τον υπόλοιπο χρόνο μένουν στη χώρα του νησιού, στο ανατολικό αιγαίο. Το βαλσαμωμένο καπλάνι που βρίσκεται στο σαλόνι του σπιτιού εξάπτει τη φαντασία των παιδιών. Σε αυτό συντελεί και ο ξάδερφος τους ο Νίκος που είναι φοιτητής στην Αθήνα. Τους διηγείται ιστορίες για το καπλάνι οι οποίες το κάνουν ακόμα πιο μαγευτικό και αινιγματικό.

Ο ερχομός όμως της δικτατορίας του Μεταξά αναγκάζει το Νίκο να κρύβεται. «Το παιχνίδι του καπλανιού» αρχίζει όταν τα δύο παιδιά βρίσκουν ένα μήνυμα στο στόμα του καπλανιού. Η ζωή και ο χαρακτήρας των κοριτσιών θα επηρεαστεί για πάντα από τα περιστατικά τα οποία ακολουθούν.

Η φασιστική Εθνική Οργάνωση Νέων, οι διακρίσεις στο σχολικό περιβάλλον, η εκμετάλλευση των ανθρώπων ως απόρροια της οικονομικής δύναμης, οι κοινωνικές διαστρωματώσεις παρουσιάζονται μέσα από τα βιώματα των παιδιών.

Η δικτατορία της 4ης Αυγούστου επιδρά καθοριστικά στη ζωή των παιδιών αλλά και των μεγάλων. Η ξαφνική αλλαγή οδηγεί τη Μέλια να συγκρουστεί με τα νέα «ήθη» και τις πρακτικές των φασιστικών προτύπων από τα οποία επηρεάζεται η αδερφή της. Αυτή η αντίθεση του ατόμου με την κοινωνία ωθεί τα παιδιά να αντιληφθούν τη διαφορά φασισμού και δημοκρατίας.[2]

Η ανάπλαση της ιστορικής περιόδου παρουσιάζεται με αυθεντικότητα. Ο σκηνικός χώρος δημιουργεί μία ατμόσφαιρα υπέρβασης του οικείου χώρου και του συμβατικού παρόντος. Καθ’ όλη την εξέλιξη της ιστορίας διαπνέεται η υπόσχεση για αλλαγή, για κάτι άλλο από την απραξία της Κυριακής, το χειμώνα, το νησί με τη φουρτουνιασμένη θάλασσα.[3]

Ο εργαζόμενος πατέρας, η νοικοκυρά μητέρα και τα δύο παιδιά συνιστούν μία μέση τυπική οικογένεια. Η διαφοροποίηση έγκειται στον παππού και στο θείο Νίκο. Ο παππούς, διαφορετικός από τους άλλους παππούδες οι οποίοι λένε παραμύθια, διηγείται στα παιδιά μύθους και θρύλους από την αρχαιότητα. Ο παππούς είναι συνειδητοποιημένος, καλλιεργημένος, πολιτικοποιημένος και με διάθεση προσφοράς. Η σχέση των κοριτσιών με τον παππού είναι πολύ σημαντική. Εκτός από δάσκαλός τους είναι και το άτομο που προσπαθεί να τις ευαισθητοποιήσει στα πολιτικά και κοινωνικά γεγονότα.[4]

Ο νεαρός θείος Νίκος καθιστά αισθητή την προσδοκία για ένα καλύτερο μέλλον. Είναι το πρόσωπο που επηρεάζει περισσότερο τα δύο κορίτσια τα οποία και θέλουν να του μοιάσουν.

Η πρωτοπόρα γραφή της Άλκης Ζέη μάς δίνει έναν τύπο κοριτσιού διαφορετικό από τα παραδοσιακά πρότυπα. Η ανάληψη πρωτοβουλιών, η θαρραλέα συμπεριφορά δεν συναντώνται μόνο στα αγόρια. Τα παιδιά, με τον τρόπο τους, συμμετέχουν στους αγώνες εναντίον του καθεστώτος.

Η αντιπαράθεση των χαρακτήρων είναι εμφανής. Η πιστή στο δημοκρατικό πνεύμα της οικογένειας Μέλια και η ματαιόδοξη Μυρτώ. Οι καιροσκόποι Κόσκορης, Παντελής, Καρανάσης και οι δημοκρατικοί Νίκος, παππούς και ο πατέρας του Αλέξη, του συμμαθητή των κοριτσιών. Ο διαχωρισμός αυτός αποκαλύπτει τις πολιτικές και κοινωνικές διαφορές της εποχής.

Τα παιδιά των μη προνομιούχων οικογενειών αντιμετωπίζουν σκληρές κοινωνικές καταστάσεις. Περιγράφονται ως ώριμα και υπεύθυνα. Στον αναγνώστη προκαλούνται αισθήματα συμπάθειας για αυτά τα παιδιά.

Η Άλκη Ζέη προσπαθεί να δίνει στους ήρωές της όλα τα φυσιολογικά χαρακτηριστικά και τις αντιδράσεις που έχουν τα παιδιά της ηλικίας που περιγράφει. Ως αρχή της έχει να μπορεί μέσα από τα βιβλία της να αναδειχτεί η οπτική του παιδιού.[5]

Η φυσικότητα, η αυθεντικότητα αλλά και η απλότητα του ύφους αναδεικνύουν τα κυρίαρχα χαρακτηριστικά της εποχής. Η καθημερινή και μεστή γλώσσα κάνουν την αφήγηση παραστατική, με ζωντάνια, χάριν και στους διαλόγους που αποτελούν το 36% των σελίδων του έργου.[6] Οι γλωσσικοί συμβολισμοί όπως ΕΥ-ΠΟ, ΛΥ-ΠΟ, και τα παρατσούκλια εκφράζουν την ανάγκη του παιδιού να εκφραστεί σε ένα δικό του συνθηματικό κώδικα. Όμως, η λογοτεχνική υφή της γλώσσας δεν χάνεται.[7] Οι μικροί αναγνώστες με μεγαλύτερη ευκολία μπορούν να αντιληφθούν την ανάγκη ύπαρξης αυτής της συνθηματικής γλώσσας. Είναι η έλλειψη κατανόησης και επικοινωνίας καθώς και η απόσταση από τα άλλα παιδιά που νιώθουν η Μέλια και η Μυρτώ και κατ’ επέκταση όλα τα παιδιά που βρίσκονται σε ανάλογη κατάσταση.

Η αντίληψη του κόσμου παρουσιάζεται μέσα από τα μάτια των παιδιών. Ο τρόπος σκέψης και ερμηνείας των μικρών αντιδιαστέλλεται με εκείνον των μεγάλων. Ένας τόνος βαθιά ανθρωπιστικός διαπερνά όλο το κείμενο.[8]

Το Καπλάνι της βιτρίνας αποτελεί την αρχή μιας σειράς βιβλίων της Άλκης Ζέη που αναφέρονται στην ταραγμένη εποχή των μέσων του 20ου αιώνα. Είναι, ίσως, και το πιο ρεαλιστικό, πιθανόν γιατί δεν γράφτηκε, όπως έχει αναφερθεί, με πρόθεση να διαβαστεί από παιδιά. Αναφέρεται στην αδικία των απολυταρχικών καθεστώτων και δίνει μία πρώτη εικόνα της ζωής στη δικτατορική περίοδο. Παρουσιάζει τους κοινωνικοπολιτικούς παράγοντες οι οποίοι επηρεάζουν τον χαρακτήρα και τις σχέσεις μικρών και μεγάλων. Η αυταρχική εκπαίδευση συνδέεται με τα απολυταρχικά καθεστώτα.

Οι αναγνώστες του Καπλανιού μυούνται στην προσδοκία για έναν ιδανικό κόσμο με κέντρο τον άνθρωπο και τις ανάγκες του και στην υπέρβαση των διαχωριστικών στερεότυπων πεποιθήσεων, χωρίς όμως να αποκρύπτεται η πραγματικότητα. Το κείμενο βρίθει γνώσεων και ιστορίας. Σε συνάρτηση με την ψυχαγωγική διάσταση της αφήγησης, Το καπλάνι της βιτρίνας αποτελεί μία ιδανική επιλογή ανάγνωσης για ένα παιδί, αλλά και για τους μεγαλύτερους, για όλους όσοι επιθυμούν να κατανοήσουν τις συμπεριφορές των παιδιών, στο οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον, για να μην τους φαίνονται ακατανόητα τα ΕΥ-ΠΟ, ΛΥ-ΠΟ των παιδιών.

Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Τα Γράμματα (Δελτίο ενημέρωσης και προβληματισμού), περίοδος Β’, τεύχος 16 (Ιανουάριος – Ιούνιος 2008), Σύλλογος Δασκάλων και Νηπιαγωγών Ναυπακτίας, σσ. 17-20.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Αναγνωστόπουλος Βασίλειος, Τάσεις και εξελίξεις της παιδικής λογοτεχνίας στη δεκαετία 1970-1980, Οι εκδόσεις των φίλων, Αθήνα 81990.

Βασιλαράκης Ιωάννης, Γλώσσα και πράξη της παιδικής λογοτεχνίας: Δοκίμια-Αναγνώσεις κειμένων, Gutenberg, Αθήνα 1992.

Γκλιάου Νικολέτα, Οικογένεια και σχολείο στα έργα της Άλκης Ζέη, Διδακτορική διατριβή, Αθήνα 1993.

Δίτσα Μαριάννα, «Τα βιβλία για παιδιά της Άλκης Ζέη», Επιθεώρηση παιδικής λογοτεχνίας: Το παιδικό νεανικό μυθιστόρημα–Αφιέρωμα Β’, Βιβλιογονία, Αθήνα 1993.

Ζέη Άλκη, «Η Άλκη Ζέη μιλάει για την παιδική λογοτεχνία», Διαδρομές στο χώρο της λογοτεχνίας για παιδιά και νέους (Φθινόπωρο 1990) 19.

Ζέη Άλκη, «Η κατήχηση διώχνει τα παιδιά», εφ. Τα Νέα, 1 Απριλίου 2006.

Ζέη Άλκη, Συνέντευξη, Διαβάζω (1980) 33.

Ζέη Άλκη, Το καπλάνι της βιτρίνας, Κέδρος, Αθήνα 101980.

Η Παιδική Λογοτεχνία: Η συμβολή της στην πνευματική καλλιέργεια των παιδιών. Εισηγήσεις στο Γ’ Σεμινάριο του Κύκλου του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου (Κ.Ε.Π.Β.) (Αίγιο 17-18 Οκτωβρίου 1987), Π. Κουτσουμπός, Αθήνα 1989.

Η Παιδική Λογοτεχνία και το μικρό παιδί. Εισηγήσεις στο Β’ σεμινάριο του Κ.Ε.Π.Β., Καρδίτσα (15-16 Νοεμβρίου 1986), Καστανιώτης, Αθήνα 1988.

Κανατσούλη Μένη, Πρόσωπα Γυναικών σε Παιδικά Λογοτεχνήματα: Όψεις και απόψεις, Πατάκης, Αθήνα 1997.

Καρπόζηλου Μάρθα, Το παιδί στη χώρα των βιβλίων, Καστανιώτης, Αθήνα 71994.

κατσικη-γκιβαλου Άντα, Το θαυμαστό ταξίδι: Μελέτες για την παιδική λογοτεχνία, Πατάκης, Αθήνα 1995.

κατσικη-γκιβαλου Άντα, «Το παιδί και ο έφηβος στη λογοτεχνία για παιδιά του 20ου αιώνα», Διαβάζω (7 Φεβρουαρίου 1990) 232.

Παιδική Λογοτεχνία: Θεωρία και πράξη, επιμ. Άντα Κατσίκη-Γκίβαλου, Καστανιώτης, Αθήνα 1993.

πετροβιτσ-ανδρουτσοπούλου Λότη, «Ο ρεαλισμός στην Παιδική Λογοτεχνία», Διαδρομές στο χώρο της λογοτεχνίας για παιδιά και νέους, (Άνοιξη 1993) 29.

Σακελλαρίου Χάρης, Ιστορία της παιδικής λογοτεχνίας: Ελληνική και παγκόσμια, Φιλιππότης, 71991.

Σακελλαρίου Χάρης, «Το καπλάνι της βιτρίνας: κριτική», Οδηγός παιδικού – νεανικού βιβλίου (1986) τόμ. 1.

Σακελλαρίου Χάρης, «Το καπλάνι της βιτρίνας: κριτική», Τα εκπαιδευτικά, 4.

Σύγχρονες τάσεις και απόψεις για την παιδική λογοτεχνία: Εισηγήσεις στο Δ’ Σεμινάριο του Κ.Ε.Π.Β. (Αθήνα 9-10 Δεκεμβρίου 1989), Ψυχογιός, Αθήνα 1991.

Χωρεάνθη Ελένη, «Το παιδικό κοινωνικό μυθιστόρημα σήμερα», Επιθεώρηση παιδικής λογοτεχνίας, Καστανιώτης, Αθήνα 1986.



[1] Βλ. Άλκη Ζέη, Η κατήχηση διώχνει τα παιδιά, εφ. Τα Νέα, 1 Απριλίου 2006.

[2] Βλ. Μάρθα Καρπόζηλου, Το παιδί στη χώρα των βιβλίων, Καστανιώτης, Αθήνα 71994, σ. 179.

[3] Βλ. Ιωάννης Βασιλαράκης, Γλώσσα και πράξη της παιδικής λογοτεχνίας: Δοκίμια-Αναγνώσεις κειμένων, Gutenberg, Αθήνα 1992, σ. 177.

[4] Βλ. Νικολέτα Γκλιάου, Οικογένεια και σχολείο στα έργα της Άλκης Ζέη, Διδακτορική διατριβή, Αθήνα 1993, σ. 96.

[5] Βλ. Συνεντεύξεις της Άλκης Ζέη: «Η Άλκη Ζέη μιλάει για την παιδική λογοτεχνία», Διαδρομές στο χώρο της λογοτεχνίας για παιδιά και νέους (Φθινόπωρο 1990), τόμος 5, τεύχος 19, σ. 226 και στο Διαβάζω (1980), τεύχος 33 σ. 38.

[6] Βλ. Νικολέτα Γκλιάου, ό.π., σ. 162.

[7]Βλ. Χριστόφορος Χαραλαμπάκης, «Παρατηρήσεις στη γλώσσα του παιδικού βιβλίου», στο συλλογικό τόμο Παιδική Λογοτεχνία: Θεωρία και πράξη, σελ. 64-65.

[8] Βλ. Την κριτική από τον Χάρη Σακελλαρίου, περ. Τα εκπαιδευτικά, τεύχος 4, σ. 163.